Διπλωματικός πόλεμος με κέντρο τη Συρία

Στη Ρωσία στρέφεται η κριτική της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, που κατηγορεί τη Μόσχα ότι συνεχίζει να εξοπλίζει  το καθεστώς Άσαντ, διευκολύνοντας με αυτό τον τρόπο τη διάπραξη στυγνών εγκλημάτων κατά άμαχων και ιδιαίτερα παιδιών. Κυρώσεις κατά του καθεστώτος ζητούν ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, πιέζοντας έτσι για ξένη επέμβαση.

Χαρακτηριστικά εμφύλιας σύρραξης” έχουν πλέον οι συγκρούσεις που πραγματοποιούνται στη Συρία σύμφωνα με τον επικεφαλής των παρατηρητών του ΟΗΕ και αναπληρωτή γραμματέα του διεθνούς οργανισμού, Ερβέ Λαντσούς, που επιπλέον ηγείται της ειρηνευτικής αποστολής στη χώρα. Οι δηλώσεις του Λαντσούς ήρθαν να συμπληρώσουν με τον πιο ανατριχιαστικό τρόπο την πραγματικότητα που θέλει τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού να κάνει λόγο για χιλιάδες άμαχους που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για να γλιτώσουν από συγκρούσεις, την Τουρκία να αναφέρει την ύπαρξη 2000 προσφύγων και τον ΟΗΕ να δίνει στη δημοσιότητα έκθεση σύμφωνα με την οποία οι συριακές δυνάμεις ασφαλείας έχουν χρησιμοποιήσει παιδιά σαν “ανθρώπινη ασπίδα” στη διάρκεια επιχειρήσεών τους εναντίων των αντικαθεστωτικών ανταρτών ή έχουν φτάσει ακόμα και στο σημείο να βασανίσουν και να εκτελέσουν παιδιά. “Σπανίως έχω δεi τόσες αγριότητες εναντίων παιδιών όσες στη Συρία, όπου κορίτσια και αγόρια φυλακίζονται, βασανίζονται, εκτελούνται και χρησιμοποιούνται ως ανθρώπινες ασπίδες” δήλωσε χαρακτηριστικά η Ράντικα Κουμαρασουάμι, ειδική αντιπρόσωπος του ΟΗΕ για τα παιδιά στις ένοπλες συγκρούσεις, αναφερόμενη στην έκθεση που καταγράφει περιστατικά από την τετραήμερη επιχείρηση των καθεστωτικών δυνάμεων και της πολιτοφυλακής Σαμπίχα στο χωριό Άιν λ’ Αρούς της επαρχίας Ιντλίμπ.

Είναι ξεκάθαρο πως αυτό που συμβαίνει είναι ότι η κυβέρνηση της Συρίας έχει χάσει προς όφελος της αντιπολίτευσης κάποια μεγάλα τμήματα εδάφους σε διάφορες πόλεις και προσπαθεί να ανακτήσει τον έλεγχο αυτών των περιοχών” διευκρίνησε ο Λαντσούς, περιγράφοντας την προσπάθειά του να εισέλθει με ομάδα παρατηρητών και δημοσιογράφων στην πόλη Χάφα, στη βόρεια Συρία, κοντά στη Χομς, όπου μάχες και βομβαρδισμοί συνεχιζόταν για 24ωρα μέχρι η κυβέρνηση Άσαντ να ανακοινώσει τελικά πως έχει τον έλεγχο της περιοχής.

Ενώ ο αριθμός των νεκρών να αυξάνεται καθημερινά , με τη συριακή αντιπολίτευση να μιλά για περισσότερες από 13.000 απώλειες, και οι εικόνες αγριότητας έχουν ήδη κάνει το γύρω του κόσμου, το διπλωματικό παιχνίδι αλλά και οι λεκτικές συγκρούσεις των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων είναι αυτές που καταλήγουν να δίνουν τον τόνο. Με την Ρωσία και την Κίνα να επιμένουν πως κάθε επέμβαση της διεθνούς κοινότητας στο εσωτερικό της Συρίας θα αποτελούσε άλλο ένα βήμα προς την καταστροφή, κι ενώ είναι φανερό πως με τον τρόπο αυτό καλύπτουν τα δικά τους συμφέροντα στην περιοχή, ο τόνος δόθηκε κι αυτή τη φορά από την Χίλαρι Κλίντον. Η υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, σε μια εμφανή προσπάθεια να φέρει τη ρωσική κυβέρνηση σε δύσκολη θέση, κατηγόρησε τη Μόσχα ότι προμηθεύει το καθεστώς Ασάντ με πολεμικά ελικόπτερα που έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν ώστε να “κλιμακώσουν δραματικά τη διαμάχη” στην περιοχή. Η δήλωση ακολούθησε την καταγγελία εκ μέρους του υπουργού εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, σύμφωνα με την οποία την προηγούμενη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε μια σειρά επιθέσεων κατά εκπροσώπων του ρωσικού τεχνολογικό – επιστημονικού προσωπικού που απασχολείται στη Συρία. Η καταγγελία της Χ. Κλίντον, με προφανή πρόθεση να πιέσει τη Ρωσία να αλλάξει την τακτική της στο Συμβούλιο Ασφαλείας, αντιμετώπισε την άμεση αντίδραση του Λαβρόφ. Ο Ρώσος υπουργός σε ομιλία του στην Τεχεράνη, κατά την επίσκεψή του με τον ομόλογό του Ιρανό Αλί Ακμπάρ Σαλέχι, αρνήθηκε τις καταγγελίες Κλίντον ισχυριζόμενος πως τα ελικόπτερα ήταν μέρος της ολοκλήρωσης μιας συμφωνίας πώλησης αμυντικών όπλων που είχε “υπογραφεί με τη Συρία και αποπληρωθεί εδώ και πολύ καιρό”, ενώ συνέχισε λέγοντας πως “δεν προμηθεύουμε τη Συρία με οτιδήποτε που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών, αντίθετα με της Ηνωμένες Πολιτείες, που με σταθερό ρυθμό προμηθεύουν την ευρύτερη περιοχή με τέτοιο ειδικό εξοπλισμό”. Η Ρωσία άλλωστε έχει εγκατεστημένη στη Συρία τη μόνη ναυτική της βάση στην περιοχή της Μεσογείου και οι χειρισμοί της απέναντι στο καθεστώς Ασάντ ήταν εξαρχής πολύ προσεκτικοί.

Η διαμάχη ΗΠΑ – Ρωσίας μονοπώλησε το διεθνές ενδιαφέρον, παρά το γεγονός ότι ακόμα και η αρθρογραφία των Νιού Γιόρκ Τάιμς έκανε λόγο για ελικόπτερα που πιθανότατα είχαν σταλεί στη Ρωσία για επισκευή, παραμερίζοντας επιμέρους πολιτικές και διπλωματικές κινήσεις που χαρακτηρίζουν τη συνολική εικόνα. Όπως το γεγονός ότι το αντιπολιτευόμενο Εθνικό Συριακό Συμβούλιο, που συστήθηκε πέρυσι στην Τουρκία και φέρει την υποστήριξη της Δύσης, εξέλεξε σε συνεδρίασή του ως επικεφαλής τον Κούρδο εξόριστο Αμντελμπασέτ Σίντα, κίνηση που θεωρείται απάντηση στις αντιδράσεις συριακών δυνάμεων που καταγγέλλουν την κυριαρχία σε αυτό των Αδελφών Μουσουλμάνων. Το ίδιο κάλεσε τους Σύρους σε διαδηλώσεις κατά της Ρωσίας, που αντιτάσσεται σε στρατιωτική επέμβαση στη χώρα . Στο ζήτημα της επέμβασης είναι άλλωστε χαρακτηριστική και η διγλωσσία της Μεγάλης Βρετανίας που εκφράζεται με τις αλληλοσυγκρουόμενες δηλώσεις του υπουργού εξωτερικών της, Ουίλιαμ Χέιγκ που στο μεταξύ ανακοίνωσε ότι θα πραγματοποιήσει επείγουσες συνομιλίες με τον Ρώσο ομόλογό του.

Από την πλευρά του ο Γάλλος υπουργός εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς δήλωσε πως η Γαλλία ειρηνευτικού σχεδίου που προτάθηκε από τον Κόφι Ανάν στο άρθρο 7 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ, το οποίο θα προβλέπει λήψη μέτρων, ακόμη και προσφυγή στη βία, σε περίπτωση με εφαρμογής των αποφάσεων του ΟΗΕ. Ο Φαμπιούς υποστήριξε πως “πρέπει να βρεθεί τρόπος άσκησης πίεσης για να εφαρμοστεί το σχέδιο και πιθανώς θα πρέπει να αποφασιστούν κυρώσεις σε περίπτωση μη εφαρμογής”. Η συζήτηση για την εφαρμογή αρχικά μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στην περιοχή φαίνεται ότι επανέρχεται στο τραπέζι, ειδικά αν κανείς λάβει υπόψη ότι το χρονοδιάγραμμα της εφαρμογής του σχεδίου Ανάν λήγει στα μέσα Ιουλίου και η ανανέωση της αποστολής παρατηρητών στη Συρία μπορεί να αποδειχτεί δύσκολη υπόθεση. Βέβαια οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη συνηθίζουν να δείχνουν “φρίκη απέναντι στα περιστατικά σφαγής παιδιών” αλλά, όπως σημειώνει ο Ρόμπερτ Φίσκ, “γρήγορα τα ξεχνούν” και ο λαός της Συρίας συνεχίζει όμηρος ενός ξεκάθαρο παιχνιδιού συμφερόντων.

Δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ, Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Σχολιάστε